«Μέγιστος φόβος μου η “εγκατάσταση” της ακροδεξιάς»
HΜέλπω Λεκατσά, υποψήφια ευρωβουλευτής με τον ΣΥΡΙΖΑ, είναι μια από τις πέντε επιλογές προσώπων που πρότεινε η ηγεσία του κόμματος. Πρόκειται για τη «φαρμακοποιό στην εξέγερση του Πολυτεχνείου», μια εμβληματική μορφή του αντιδικτατορικού αγώνα. Φυλακίστηκε για 3,5 μήνες. Ωστόσο συνειδητά επέλεξε να απέχει από τα φώτα της δημοσιότητας. Σήμερα ξαναβγαίνει μπροστά σε μια άλλη αγωνιστική μορφή… στην αρένα της πολιτικής.
Με τη δική σας πορεία αλλά και την οπτική των πραγμάτων που έχετε αποκτήσει, ποια ήταν τα στοιχεία που σας ώθησαν να κατεβείτε σήμερα στην αρένα της πολιτικής αναμέτρησης ενόψει των ευρωεκλογών; Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο που βάρυνε ιδιαίτερα στην απόφασή μου ήταν ασφαλώς ότι αυτή η πρόταση μου έγινε από τον ίδιο τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Στέφανο Κασσελάκη. Βεβαίως, ήμουν ήδη ενεργοποιημένη πολιτικά, γιατί τα προβλήματα της καθημερινότητας αλλά και η αλαζονική αντιμετώπιση πολλών σημαντικών θεμάτων από τη σημερινή κυβέρνηση δεν αφήνουν περιθώρια περαιτέρω επανάπαυσης. Όμως η σκέψη να τιμηθεί μέσα από αυτή την πρόταση μια ολόκληρη γενιά δημοκρατών αγωνιστών που πάλεψαν για να πέσει η ελληνική χούντα, με κορύφωση τη νύχτα του Πολυτεχνείου και να γεφυρωθούν οι γενιές με συγκίνησε ιδιαίτερα, ήταν κάτι που σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσα να αρνηθώ. Γιατί αυτή η συγκεκριμένη αναμέτρηση της 9ης Ιουνίου δεν αφορά μόνον την Ευρωβουλή, αφορά την ανάγκη να σταλεί ένα μήνυμα σε Ελλάδα και Ευρώπη ότι δεν θα ανεχτούμε άλλη πολιτική αυταρχισμού και λιτότητας. Ότι η ευρωπαϊκή Αριστερά είναι παρούσα, έχει βιώσιμη εναλλακτική πολιτική πρόταση και μπορεί να αλλάξει τους συσχετισμούς.
Πώς κρίνετε την ποιότητα της πολιτικής στις μέρες μας και ποιοι οι φόβοι σας για την επόμενη μέρα;
Η ποιότητα της πολιτικής έχει πολλαπλά επίπεδα αναφοράς: ιδεολογικό, συλλογικό, κοινωνικό, προσωπικό… Εάν με ρωτάτε πώς βλέπω διαχρονικά να εξελίσσεται η σχέση των πολιτών με την πολιτική, εκεί μπορώ εύκολα να σας απαντήσω ότι η κρίση αξιών του 21ου αιώνα, που μετακυλίεται πρωτίστως στους θεσμούς και το κράτος δικαίου και προκαλεί αμφισβήτηση και αίσθηση ανημποριάς στους πολίτες, δεν μπορεί παρά να έχει αρνητική επίδραση στην αντίληψη του κόσμου για τη γενικότερη ποιότητα της πολιτικής. Χρόνια βιώσαμε τη διαφθορά, τον ελιτισμό, τον νεποτισμό όχι μόνον στη χώρα μας, αλλά και στα χρόνια των μνημονίων από μια μικρή ευρωπαϊκή ελίτ που μας καταταλαιπώρησε. Η αλαζονεία, η αυστηροποίηση, η παράλογη εισβολή στην προσωπική ζωή των ανθρώπων, η εξόφθαλμη παρεμβατικότητα των κυβερνήσεων στους ελεγκτικούς μηχανισμούς, η χειραγώγηση των ΜΜΕ, όλα αυτά δεν μπορεί παρά να προκαλούν απογοήτευση και αποστασιοποίηση. Εκεί όμως βρίσκεται και η μεγάλη ανάγκη, να μην υποχωρήσουμε, να πεισμώσουμε και να προχωρήσουμε!
Μέγιστος φόβος μου, όπως και των περισσότερων πολιτικοποιημένων προοδευτικών ανθρώπων, είναι η πιθανότητα «εγκατάστασης» της ακροδεξιάς στις κυβερνήσεις των ευρωπαϊκών κρατών και κατά συνέπεια στο Ευρωκοινοβούλιο, ειδικά δεδομένου ότι οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές δυνάμεις φαίνεται να πριμοδοτούν αυτό το σενάριο, προκειμένου να διατηρήσουν ή και να διεκδικήσουν την εξουσία. Εάν συμβεί τώρα κάτι τέτοιο, εάν εδραιωθεί η ακροδεξιά ως πολιτική προοπτική στην Ευρώπη, θεωρώ ότι θα χαθεί πάρα πολύς χρόνος
πριν μπορέσει η κοινωνία, που είναι ήδη καταταλαιπωρημένη, εξουθενωμένη θα έλεγα, από τη βαθιά ύφεση και την πανδημία, να αντιδράσει.
Με την πόλωση που επικρατεί στο πολιτικό τερέν, γιατί ένας πολίτης να πιστέψει ότι τελικά οι ευρωβουλευτές που καλείται να ψηφίσει θα στηρίξουν τις προσδοκίες του και όχι κομματικές σκοπιμότητες;
Θέλω να πιστεύω ότι ο ενεργός πολίτης έχει κριτήριο και μπορεί να επιλέξει σωστά ποιον θα στείλει στην Ευρωβουλή, χωρίς να υφίσταται πιέσεις και επηρεασμούς από την υπερπροβολή κάποιων υποψηφίων που λόγω επαγγελματικής ιδιότητας είναι πιο γνωστοί, πιο δημοφιλείς, πιο κοντά στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, πιο αναγνωρίσιμοι γενικότερα. Εκεί δεν χρειάζεται να πούμε κάτι πέρα από τα αυτονόητα, ότι δηλαδή στην Ευρωβουλή στέλνουμε αυτούς που έχουν μια πορεία ζωής συνυφασμένη με την πολιτική σκέψη, τον χώρο εργασίας και τα κοινωνικά κινήματα. Από εκεί και πέρα, εάν κάποιος θα χρησιμοποιήσει τη θέση του με προσωπική ατζέντα, κομματική ή άλλη, δεν νομίζω πως μπορεί να διασφαλιστεί πέρα από αυτή την απλή κοινή λογική.
Η στρατηγική που ακολουθεί η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ξεφεύγει από τα κλασικά μονοπάτια της Αριστεράς. Θεωρείτε ότι αυτό είναι ένα στοιχείο εκσυγχρονισμού, ιδεολογική επανατοποθέτηση ή απλώς σημεία των καιρών;
Οπωσδήποτε δεν αποτελεί τυχαίο γεγονός! Ο ΣΥΡΙΖΑΠΣ είναι το μεγαλύτερο ευρωπαϊκό αριστερό κόμμα και κινείται στρατηγικά προς την κατεύθυνση της συσπείρωσης
των προοδευτικών πολιτών όλων των πολιτικών χώρων, από την Αριστερά μέχρι το προοδευτικό κέντρο. Δεν θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για ιδεολογική επανατοποθέτηση, γιατί αυτό είναι κάτι που προβλέπεται στο Καταστατικό του κόμματος και αντικατοπτρίζεται με ευκρίνεια στο όνομά του, που δεν είναι σκέτο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία. Οι αλλαγές στις θέσεις του κόμματός μας δεν προκύπτουν τυχαία ή συγκυριακά αλλά μέσα από τα καταστατικά του συνέδρια. Για την ώρα ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ακολουθεί τις θέσεις και τις αρχές του Καταστατικού του, διευρύνοντας τη βάση του και συσπειρώνοντας δυναμικά -και θα έλεγα με επιτυχία- τις δυνάμεις του στην κοινωνία και τους χώρους εργασίας.
Εκτιμάτε ότι η επόμενη μέρα των ευρωεκλογών μπορεί να ανοίξει τη συζήτηση για ευρύτερες συνεργασίες στον χώρο της Κεντροαριστεράς;
Αυτό θα ήταν το ευκταίο, το μεγάλο ζητούμενο. Οπωσδήποτε αυτό επιδιώκει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ήδη από το 2019 και προσπάθησε ξανά το 2023, όμως η εμπειρία μας δείχνει ότι ο δρόμος της συνεργασίας των κομμάτων ειδικά της Αριστεράς είναι ακανθώδης στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. Υπάρχουν πολλές δυσκολίες, όμως εάν θέλετε την προσωπική μου άποψη, οι προγραμματικές συνεργασίες είναι μονόδρομος στη σύγχρονη ευρωπαϊκή πολιτική. Εκεί θα πρέπει να στραφούμε εάν θέλουμε να μιλήσουμε για πραγματική ανατροπή των πολιτικών συσχετισμών και τη δημιουργία μιας άλλης πραγματικότητας, μιας καλύτερης ζωής για όλο τον κόσμο.